ενώ ήξερες καλά πως μπορεί να ναυαγήσω.
Στης αγάπης τον βυθό, κι αν βρεθώ δεν με φοβίζει,
μια ζωή είναι ακριβή, μα για τον σεβντά σου αξίζει.
Θολά νερά, βαθειά νερά, τα δέρνουν οι ανέμοι
κι είν’ η καρδούλα μου πουλί, στην ξόβεργα και τρέμει.
Στων ανέμων την γιορτή, μ' άναψες σαν το κεράκι
δίχως φλόγα έλυωσα από πόνο και φαρμάκι.
Της Αγίας Φωτεινής, δεν γιορτάζει το σκοτάδι
κι ο κακός μετανοεί, μόνο μ' αγκαλιά και χάδι.
Θολά νερά, βαθειά νερά, τα δέρνουν οι ανέμοι
κι είν’ η καρδούλα μου πουλί, στην ξόβεργα και τρέμει.