Ὁ Ἡράκλειτος γεννήθηκε στὴν Ἔφεσο τὸ 544 π.χ. καὶ ἔφτασε στὴν ἀκμή του κατὰ τὴν ξθ΄ - 69η Ὀλυμπιάδα (504 − 500 π.χ.). «Γέγονε δὲ θαυμάσιος ἐκ παίδων», ὅπως ἐπισημαίνει ὁ Διογένης Λαέρτιος. Ἀνήσυχο καὶ ἀνεξάρτητο Ἑλληνικὸ πνεῦμα, ἀπὸ ἐκεῖνα τὰ σπάνια καὶ «αὐτοφυῆ», ποὺ ἡ ἀκτινοβολία τους διαπερνᾶ τοὺς αἰῶνες καὶ κατευθύνει τὴν πνευματικὴ ἐξέλιξη τῆς ἀνθρωπότητας. Ὁ Νίτσε, μιμούμενος τὸ ὕφος τοῦ Ἡρακλείτου, ἔγραψε τὸ ἑξῆς: «Ὁ Κόσμος ἔχει αἰωνίως ἀνάγκην τῆς Ἀληθείας καὶ διὰ τοῦτο ἔχει ἀνάγκην αἰωνίως τὸν Ἡράκλειτον»!
Σύμφωνα μὲ τὴν παράδοση, συνέγραψε ἕνα σύντομο καὶ περιεκτικότατο ἔργο μὲ τίτλο «Περὶ Φύσεως ἢ Μοῦσαι», τὸ ὁποῖο ἀφιέρωσε στὸν ναὸ τῆς Ἐφεσίας Ἀρτέμιδος. Ἀπὸ τὸ ἔργο αὐτὸ διασώζονται περὶ τὰ 150 ἀποσπάσματα, σὲ ἔργα ἄλλων συγγραφέων, καθὼς καὶ 5 ἀποσπάσματα σὲ λατινικὴ μετάφραση. Τὰ ἀποσπάσματα αὐτὰ διαπερνῶνται ἀπὸ μία «παλίντροπον ἁρμονία», τὴν ὁποία ἀνακαλύπτει κανεὶς ὅταν εἰσχωρήσει στὸ βάθος τους. Ἔτσι ὅπως ποιητικὰ καὶ παραστατικὰ τὸ γράφει ὁ Ἄγγελος Σικελιανός: «Χρόνια, γιὰ τὴν Αἰωνιότη ἐχάλκευε τοὺς λογισμούς του καὶ τοὺς κρεμνοῦσε ὡς ἅρματα στῆς Ἔφεσος τὸν Ναό...».
Ἀκολουθῶντας καὶ ὁ ἴδιος αὐτὸ ποὺ διατυπώνει στὸ ἀπὀσπ. 93 γιὰ τὸν Δελφικὸν Ἀπόλλωνα, «οὔτε λέγει οὔτε κρύπτει ἀλλὰ σημαίνει», δὲν λέει διαρρήδην οὔτε ἀποκρύπτει ἐσκεμμένως, ἀλλὰ σημαίνει· ἐπισημαίνει μὲ σημεῖα, μεταφορὲς καὶ παραβολές, κατὰ τὸν τρόπο τῶν χρησμῶν, μέσῳ τοῦ χρυσοτόρευτου φιλοσοφικοῦ του λόγου. Ὁ λόγος του ἀποτελεῖται ἀπὸ σύντομες προτάσεις, αὐτοτελεῖς καὶ μὲ πλῆρες νόημα, ποὺ μοιάζουν μὲ χρησμούς· μὲ πολὺ προσεκτικὰ ἐπιλεγμένες λέξεις, ἀμφίσημες πολλὲς φορὲς ἢ πολύσημες, ποὺ συχνὰ συνηχοῦν καὶ ποὺ μποροῦν νὰ ὁδηγήσουν σὲ διαφορετικὴ κατεύθυνση τὴν σκέψη τοῦ ἀναγνώστη, ἄρα καὶ σὲ διαφορετικὴ ἑρμηνεία. Ἀπευθύνει τὸν λόγο του κυρίως πρὸς τὸν ἄνθρωπο ὁ ὁποῖος ζεῖ μέσα στὸν ὕπνο καὶ τὴν οἴηση τῆς ὑποκειμενικότητάς του καὶ θέλει νὰ τὸν ἀφυπνίσει... Χρησιμοποίησε εἰκόνες ἀπὸ τὴν καθημερινὴ ζωή, ἀναδεικνύοντάς τες σὲ σύμβολα, καὶ ἄσκησε δριμύτατον ἔλεγχο, μὲ σκοπὸ νὰ ὠθήσει τοὺς συνανθρώπους του στὸν ἀγῶνα τῆς αὐτογνωσίας.
Ὁ Ἡράκλειτος ὑπῆρξε ἕνας Ἡρακλῆς τῆς Φιλοσοφίας, γι’ αὐτὸ καὶ οἱ Ἐφέσιοι, τιμῶντας τον τοῦ ἀφιέρωσαν ἀνδριάντα ὅπου τὸν ἀπεικόνισαν νὰ κρατᾶ ὡς ἄλλος Ἡρακλῆς Ρόπαλον, στὴν βάση τοῦ ὁποίου ἐπέγραψαν: ΗΡΑΚΛΕΙΤΩΙΕΦΕΣΙΩΙ, ποὺ διαβάζεται διπλά: Ἡρακλείτῳ Ἐφεσίῳ, δηλαδή, στὸν Ἐφέσιον Ἡράκλειτο, ἀλλὰ καὶ Ἡρακλεῖ τῷ Ἐφεσίῳ, δηλαδή, στὸν Ἐφέσιον Ἡρακλῆ, τὸν Ἡρακλῆ τῆς Ἐφέσου! Τὸ Ρόπαλον ποὺ κρατᾶ εἶναι σύμβολο τοῦ Λόγου.