Tα λόγια σου Ρωτόκριτε φαρμάκιν εβαστούσα
ουδ' όλπιζα, ουδ' ανήμενα τ' αυτιά μου ότι ακούσα.
Διώξε τσ' αυτούς τσι λογισμούς κι έγνοια καμμιά μην έχεις
μη θέλεις να ξαναρωτάς το πράμα που κατέχεις.
Και πώς μπορώ να σ' αρνηθώ κι αν θέλω δε μ' αφήνει
τούτη η καρδιά που εσύ έβαλες στ’ς αγάπης το καμίνι.
Κι αν δεν θελήσει η μοίρα μας να σμίξωμεν ομάδι
η ψ’η σου ας έρθει να με βρεί χαιράμενη στον Άδη!