Δε φτάνουν, Σπύρο, τα συνθήματα στους τοίχους,
βρε, θέλει να πιάσουμε ξανά το καμουτσί,
δυο άσπρα άλογα να κάνω εγώ τους στίχους
φτιάξε μια άμαξα, εσύ, τη μουσική.
σαν τους πλανόδιους παλιούς πραματευτές,
έλα να στήσουμε σειρήνες συναυλίες
και στις μικρές και στις μεγάλες γειτονιές.
Να είναι τα λόγια καμουτσιές στις συνειδήσεις,
οι μελωδίες να 'ναι γκέμια της φωτιάς
και πώς αλλιώς ένα τροχό να ξεκολλήσεις
από τις μαύρες χαρακιές της λασπουριάς.
και είναι κρίμα για τη νέα μας γενιά
τα δαχτυλίδια του καπνού μιας καμινάδας
να τα φοράνε για κατάρτια και πανιά.
Και πώς να βλέπεις σ' ένα τούνελ τα παιδιά μας,
σε ένα ατέλειωτο μετρό χωρίς σταθμό,
τους επιτήδειους να κλέβουν τη χαρά μας,
να επιβάλουν τους σκοπούς και το ρυθμό.
στου παραλόγου τις κερκίδες θεατές
κι αυτών, τα νιάτα τους, καράβια μεθυσμένα,
των ψευδαισθήσεων τρελοί ταξιδευτές.
και είναι κρίμα για τη νέα μας γενιά
τα δαχτυλίδια του καπνού μιας καμινάδας
να τα φοράνε για κατάρτια και πανιά.